Για την κυριαρχία κάθε ζωή εκτός-τόπου είναι μια ζωή ανάξια να βιωθεί. Η κατάσταση εξαίρεσης επιβάλλεται, έστω κι ανασταλτικά, σε κάθε ζωή εκτός-τόπου, σε κάθε ζωή που πράττεται όχι ως μια ενατένιση της ιδιωτικότητας και της εμπορευματικής της πανοπλίας, μα ως μια κοινωνική σχέση, ως μια αυτοθεσμισμένη κατασκευή του χώρου και του χρόνου συνύπαρξης. Η κυρίαρχη εξαίρεση δεν αφορά τόσο τον έλεγχο ή την εξολόθρευση αυτού καθαυτού του πλεονάσματος, μα την δημιουργία ή τον ορισμό ενός χώρου όπου η δικαϊκο-πολιτική τάξη μπορεί να επικυρώνεται αδιάλειπτα. Η κατάσταση εξαίρεσης ταξινομεί τον χώρο και τα σώματα μέσα σε αυτόν. Τα βάζει σε τάξη. Τους επιβάλλει την τάξη. Με αφομοίωση, εμπορευματοποίηση, επιτήρηση και πειθάρχηση. Εκτελώντας τους παραβάτες με φυλακές, με ψυχιατρεία, με περιθωριοποίηση. Κι όταν κι όπου χρειαστεί, με σφαίρες, με σφαίρες, με σφαίρες.
Σε μια κοινωνία αφιερωμένη στην παραγωγή ιδιωτικοτήτων, η δολοφονία ενός αγοριού μπορεί να νοηθεί, μπορεί να μιληθεί μονάχα υπό όρους της αξίας της ιδιωτικότητάς της, της οντολογικής βάσης της ιδιοκτησίας: το ιερό δικαίωμα πάνω στην δική μου ζωή. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος κατά τον οποίο ο θάνατος μπορεί να είναι πολιτικός: ως καταστροφή της πηγής της ιδιοκτησίας. Η καταστροφή της ιδιοκτησίας, πόσο μάλλον της πηγής της, είναι ένα τρομακτικό έγκλημα στον αστικό κόσμο. Ακόμα ή ειδικά όταν διαπράττεται από τον μηχανισμό στον οποίο έχει ανατεθεί η διασφάλιση της. Μα το να καταστρέφεις ιδιοκτησίες για να εκδικηθείς την καταστροφή της ιδιοκτησίας, αυτό είναι διπλά ειδεχθές: Μα δεν καταλάβατε τίποτα λοιπόν; Όλα αυτά τα δάκρια, όλα αυτοί οι θρήνοι τα γκρο-πλαν και τα ρέκβιεμ δεν είναι για ένα αγόρι που επιτέθηκε στην εξουσία-που-εγγυάται-την-ιδιοκτησία, είναι για την εξουσία που δεν έκανε το καθήκον της: να υπερασπιστεί την ζωή ως υπέρτατη ιδιοκτησία, ως ιδιωτικότητα.
Το σώμα ενός εχθρού, νεκρό πια μπορεί να αποστειρωθεί, να σκυλευτεί, και να μετατραπεί σε συμβολικό κεφάλαιο για την αναπαραγωγή της κυριαρχίας, και εν τέλει στην ίδια την αναγγελία ή την υπενθύμιση της δυνατότητας της επιβολής μιας γενικευμένης κατάστασης εξαίρεσης. Μιας έκτακτης ανάγκης που επικυρώνει το μονοπώλιο της κυριαρχίας στον ορισμό του πραγματικού μέσω της κατάργησης της συμβολικής νομιμοποίησης της. Η κυριαρχία με δάκρια ουρλιάζει: είστε όλοι ιδιώτες ή είστε όλοι εν δυνάμει πτώματα. Και η κοινωνία πέφτει στα γόνατα με δέος μπροστά στο προστάζον είδωλό της και μετανοεί: mea culpa από εδώ και πέρα θα κοιτάζω την πάρτη μου, όσο κι εσύ διασφαλίζεις την αναπαραγωγή της. Η επιστροφή στην κανονικότητα του ιδιωτικού είναι στρωμένη με το θέαμα της γενικευμένης εξαίρεσης.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΣΤΑ ΓΑΛΛΙΚΑ
Un garçon habite hors de l’espace. Deux cochons se ruent dans le hors de l’espace. Au croisement de ces deux orbites prend naissance l’événement. Le garçon conteste la violation des limites du hors de l’espace par les deux cochons. Les cochons garent leur voiture dans l’espace et traversent de nouveau les limites de l’espace étranger, à pied. Les cochons accusent le garçon. Le garçon répond à l’accusation. Les cochons tirent et exterminent la « vie qui ne vaut pas la peine d’être vécue ». Les cochons rentrent au dans l’espace. Les limites du hors de l’espace éclatent et l’espace urbain entier se réunit d’un bout à l’autre et il se transforme a l’aide d’un brûlant réseau d’espaces étrangers : la ville est en feu.
Pour ceux qui dominent, toute vie hors de l’espace est une vie qui n’est pas la peine d’être vécue. La situation d’exception s’impose, même de manière suspensive, sur chaque vie hors de l’espace, sur chaque vie qui se mène non pas comme une contemplation de l’individualité et de son armure commerciale, mais comme une relation sociale, une construction auto- ordonnée de l’espace et du temps de coexistence. L’exception prédominante ne concerne pas tellement le control ou l’extinction de l’excèdent en soi, mais plutôt la création ou la désignation d’un espace où l’ordre judiciaire- politique peut se confirmer sans cesse. La situation d’exception classifie l’espace et les corps qui s’y trouvent. Elle les met en ordre. Elle leur impose l’ordre. Avec l’assimilation, la commercialisation, la surveillance et la discipline. En exécutant les transgresseurs avec les prisons, les asiles de fous, la marginalisation. Et n’importe où et quand elle en a besoin, avec des balles, des balles, des balles.
Au sein d’une société dédiée à la production d’individualités, l’assassinat d’un garçon peut être uniquement compris et discuté sous les termes de la valeur de son individualité, de la base ontologique de la propriété : le droit sacré sur ma propre vie. C’est la seule façon selon laquelle la mort peut être de nature politique : comme destruction de la source de la propriété. La destruction de la propriété, et encore plus de sa source, est un crime terrifiant dans le monde urbain. Même, ou en particulier, lorsque ce crime est commis par le mécanisme qui est en charge de sa sécurité. Mais détruire des propriétés afin de se venger pour la destruction de la propriété, ça c’est doublement monstrueux : mais alors, vous n’avez rien compris ? Toutes ces larmes, tous ces pleurs, les gros– plans et les funéraires ne s’adressent pas à un garçon qui s’est attaqué au pouvoir– qui- garantit- la- propriété, tout ça s’adresse au pouvoir qui n’a pas fait son devoir : défendre la vie comme la propriété suprême, comme une individualité.
Le corps d’un ennemi, une fois mort, peut se stériliser, être saccagé et se transformer en capital symbolique pour la reproduction de la domination et même, en fin de compte, en annonce ou rappel à la mémoire de la possibilité de l’infliction d’une situation d’exception généralisée. D’un cas d’urgence qui valide le monopole de la domination quant à la définition du réel à travers l’abolition de sa légitimation symbolique. La domination s’écrie en sanglotant : vous étés tous des individus, sinon, vous étés tous des cadavres potentiels. Et la société s’agenouille pleine d’égard envers son image commandante et elle se repentit: mea culpa, dorénavant je ne m’occuperai que de moi-même, au fur et à mesure que tu assures sa reproduction. Le retour à la normalité de l’individuel passe à travers le spectacle de l’exception généralisée.
spanish translation
Homo Sacer Quarter
Un chaval vive fuera-de-lugar. Dos cerdos se lanzan dentro del
fuera-de-lugar. En la encrucijada de estas dos órbitas nace el hecho.
El chaval pone en duda la trasgresión de los límites del
fuera-de-lugar por los cerdos. Los cerdos aparcan dentro-de-lugar y
cruzan de nuevo los límites de la otra-ubicación, andando. Los cerdos
ponen en tela de juicio al chaval. El chaval responde ante la
acusación. Los cerdos disparan y aniquilan la "vida que no merece
vivir". Los cerdos vuelven al dentro-de-lugar. Las fronteras del
fuera-de-lugar se hacen añicos y todo el entorno urbano, de una punta
a la otra, se conecta y queda hechizado por una espesa y llameante red
de otra-ubicación: y la ciudad arde.
Para el poder cada vida fuera-de-lugar es una vida sin valor vital.
El estado de excepción se impone, siquiera cohibidamente, sobre cada
vida fuera-de-lugar, sobre cada vida que actúa no como una
contemplación de la individualidad y su armadura comercial, sino como
una relación social, como una estructura autoinstitucionalizada del
espacio-tiempo de coexistencia. La exclusión dominante no implica
tanto el control o el aniquilamiento de esta genuina redundancia, sino
la creación o la limitación de un espacio donde el orden
político-judicial pueda ser confirmado ininterrumpidamente. El estado
de excepción clasifica el espacio y los cuerpos dentro del mismo. Los
pone en orden. Les impone el orden. Mediante asimilación,
comercialización, vigilancia y disciplina. Ejecutando a los
infractores con cárceles, con psiquiátricos, con marginalización. Y,
cuando y donde haga falta, con balas, con balas, con balas.
En una sociedad dedicada a la producción de individualidades, el
asesinato de un chaval puede entenderse únicamente, puede ser
discutida, bajo términos del valor de su individualidad, de la base
ontológica de la propiedad: el derecho sagrado sobre mi propia vida.
Esta es la única manera de que la muerte pueda ser política: como
destrucción de la fuente de la propiedad. La destrucción de la
propiedad, por no hablar de la de su fuente, es un crimen terrible en
el mundo burgués. Incluso, o especialmente, cuando es perpetrado por
el mecanismo en el cual se ha depositado su aseguramiento. Pero el
destruir propiedades para vengar la destrucción de la propiedad… esto
es doblemente espantoso: ¿pero es que no habéis entendido nada? Todas
estas lágrimas, todos estos lamentos, los gros-plans y los réquiem no
son por un chaval que recibió el ataque de la
autoridad-que-garantiza-la-
cumplió su deber: defender la vida como propiedad suprema, como
privacidad.
El cuerpo de un enemigo, ya muerto, puede ser esterilizado,
desposeído en el emblema simbólico para la reproducción del poder, y a
fin de cuentas en el propio aviso o la notificación de la posibilidad
de la imposición de un generalizado estado de excepción. De un estado
de excepción que valida el monopolio del poder con la definición de lo
real mediante la abolición de su legalidad simbólica. El poder grita
con lágrimas: sois todos propietarios o sois todos cadáveres en
potencia. Y la sociedad se deja caer sobre sus rodillas, con espanto,
frente al ídolo gobernante, y se arrepiente: mea culpa, de aquí en
adelante me ocuparé sólo de mis asuntos, y tú asegurarás su
reproducción. La vuelta a la normalidad de lo privado se asienta en el
espectáculo de la excepción generalizada.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου